Παρατηρεί τα πράγματα σαν μέσα από μια πελώρια κλειδαρότρυπα. Κι έτσι το έργο του αποκτά ένα φαινομενικά ή πιθανόν αντιφατικό χαρακτηριστικό: ευγνωμοσύνη και θάμβος μπροστά στο ευτελές κι εγγύτατο.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αποδίδει ρεαλιστικά το Μυστήριο, αλλά έτσι θα ταυτολογούσε. Ότι τα στοιχεία του σύμπαντός του ακινητούν, ότι το πλούσιο φως του θλίβει κάπως, ότι δεν φυσά, ότι ξυπνάμε στο πατρικό του υπνοβάτη. Μεταφυσικός ρωπογράφος, δηλαδή, της ιδιοσυγκρασίας ενός Cezanne η ενός Morandi.

Διότι δεν συγκεκριμενοποιεί -είπαμε- παρά το Αίνιγμα, όπως το ένιωσε εκείνος· το Αίνιγμα, με τα χρώματά Του, την αόρατη σαφήνεια των περιγραμμάτων, τους τόνους, τους όγκους, τα βάθη· το Αίνιγμα, που είναι ό,τι πιο οικείο και ανοίκειο, ό,τι πιο συγκεκριμένο και αφηρημένο μαζί. Ζωγραφικό και αζωγράφιστο. Ό,τι πιο υπάρχον.

Παρατηρεί χωρίς την παραμικρή προτίμηση για τίποτε, αλλά με σεβασμό και λαχτάρα για όλα εξίσου: πρόσωπα, κεραμοσκεπές, ουρανό, αρμυρίκια, φλιτζάνια, κρεβατοκάμαρες, ίσκιους, κουρασμένες καρέκλες, τοίχους, γάτες, τραπεζομάντιλα, κρεμμύδια, παράθυρα, μήλα, θάλασσα, κορμιά δέντρων. Και -παρότι δεν φαίνεται- με τη συστολή μικρού, σοβαρού παιδιού.

Όμως, αυτή η παρατηρητικότητα είναι σίγουρα συνέπεια κάποιου υπαρξιακού τραύματος και η ευλάβεια, θα έλεγε κανείς, πνευματικός μηχανισμός άμυνας. Ίσως τελικά η ηδονοβλεψία του καλλιτέχνη να οφείλεται στο ότι βλέπει τον κόσμο γυμνό. Με το αριστερό του χέρι όλα αυτά και χαμογελώντας.

Κώστας Βραχνός

 

~ Από τον κατάλογο της ατομικής έκθεσης του Κώστα Σιαφάκα στη γκαλερί "Έκφραση-Γιάννα Γραμματοπούλου" το 2006